lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: πολιτική

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
policy, politics
πολιτική
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
politika
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
politik
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
politik, politisk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
política
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
politique
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
politica
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
politikk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
политика
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
politik
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
политика
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
poliitika
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
politiikka, valtiotaito
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
politika
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
politika
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
politika
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
política, político
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
politika
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
polityka

Σχετικές λέξεις

πολιτική προστασία, πολιτική παιδεία, πολιτική οικονομία, πολιτική είναι η συντονισμένη δράση ατόμων ή κοινωνικών ομάδων με σκοπό να πετύχουν στόχους, πολιτική άνοιξη, πολιτική δικονομία, πολιτική κουζίνα, πολιτική επιστήμη, πολιτική ανυπακοή, πολιτική και δίκαιο