lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποφεύγω στα πολωνική

Λέξη:
αποφεύγω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (4):
omijać, stronić, unik, unikać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική αποφεύγω, ονειροκρίτης αποφεύγω, αποφεύγω συνώνυμα, αποφεύγω μετάφραση, αποφεύγω γαλλικά, αποφεύγω αντώνυμο, αποφεύγω στα πολωνική, omijać στα ελληνικά
αποφεύγω στα πολωνική