lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρύβομαι στα πολωνική

Λέξη:
κρύβομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (8):
chować, kryć, schować, skryć, taić, ukryć, ukrywać, zasłaniać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική κρύβομαι, κρύβομαι συνώνυμο, κρύβομαι στο όνειρο, κρύβομαι στο αντίο στίχοι, κρύβομαι στο αντίο, κρύβομαι ονειροκρίτης, κρύβομαι στα πολωνική, chować στα ελληνικά
κρύβομαι στα πολωνική