lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στοργή στα πολωνική

Λέξη:
στοργή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (9):
afekt, choroba, miłość, przywiązanie, schorzenie, sentyment, tkliwość, uczucie, wzruszenie
Σχετικές λέξεις:
πολωνική στοργή, στοργή συνώνυμα, στοργή στο λαό του βασίλη δούβλη, στοργή στο λαό δούβλης, στοργή στο λαό, στοργή παπανικολάου, στοργή στα πολωνική, afekt στα ελληνικά
στοργή στα πολωνική