lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανταλλάσσω στα πορτογαλικά

Λέξη:
ανταλλάσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (19):
alterar, apelidar, cambiar, cambio, chamar, citar, clamar, câmbio, denominar, especificar, intercambio, mencionar, modificar, mudar, nomear, permutar, substituição, troca, trocar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ανταλλάσσω, ρήμα ανταλλάσσω, ανταλλάσσω συνώνυμα, ανταλλάσσω κλιση, ανταλλάσσω διαμέρισμα, ανταλλάσσω ή ανταλλασω, ανταλλάσσω στα πορτογαλικά, alterar στα ελληνικά
ανταλλάσσω στα πορτογαλικά