lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαιτώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
απαιτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (22):
carga, cometido, demanda, demandar, empreitada, emprestada, exigir, falena, instancia, instar, missiva, necessitar, pedido, pedir, postular, precisar, problema, procura, reclamar, reivindicar, requisito, tarefa
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απαιτώ, απαιτώ συνώνυμο, απαιτώ συνώνυμα, απαιτώ μετάφραση, απαιτώ απαιτείς, απαιτώ in english, απαιτώ στα πορτογαλικά, carga στα ελληνικά
απαιτώ στα πορτογαλικά