lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ασφαλής στα πορτογαλικά

Λέξη:
ασφαλής (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (18):
abonado, certamente, certo, concreto, consistente, constante, contínuo, fiambre, figo, firme, indubitável, inofensivo, positivo, preciso, probo, salvo, seguro, sólido
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ασφαλής, ασφαλής χρήση του διαδικτύου, ασφαλής χρήση διαδικτύου, ασφαλής συνώνυμα, ασφαλής πλοήγηση στο διαδίκτυο, ασφαλής περιήγηση στο διαδίκτυο, ασφαλής στα πορτογαλικά, abonado στα ελληνικά
ασφαλής στα πορτογαλικά