lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ατάραχος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ατάραχος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (21):
alegre, ausente, brilhante, calmo, claro, definido, distinto, explícito, festivo, inequívoco, jovial, loiro, louro, luz, luzente, lúcido, rublo, sereno, transparente, vivo, óbvio
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ατάραχος, ατάραχος στα πορτογαλικά, alegre στα ελληνικά
ατάραχος στα πορτογαλικά