lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αφοσίωση στα πορτογαλικά

Λέξη:
αφοσίωση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (9):
rendição, sacrifício, abalo, afecção, afeição, apego, atadura, choque, comoção
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αφοσίωση, αφοσίωση ταινια, αφοσίωση συνώνυμα, αφοσίωση πελατών, αφοσίωση ορισμός, αφοσίωση λεξικό, αφοσίωση στα πορτογαλικά, rendição στα ελληνικά
αφοσίωση στα πορτογαλικά