lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γένος στα πορτογαλικά

Λέξη:
γένος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (16):
espécie, estilo, estirpe, forma, género, jaez, laia, maneira, modo, natureza, pavimento, piso, qualidade, sexo, sexualidade, surte
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά γένος, γένοσ συζύγου, γένος ταυτότητα, γένος πιθήκων, γένος παπαγάλων, γένος μητέρας στα αγγλικά, γένος στα πορτογαλικά, espécie στα ελληνικά
γένος στα πορτογαλικά