lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γυναίκα στα πορτογαλικά

Λέξη:
γυναίκα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
mulher, esposa
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά γυναίκα, γυναίκα υδροχόος, γυναίκα τοξότης, γυναίκα σκορπιός, γυναίκα περιοδικό, γυναίκα παρθένος, γυναίκα στα πορτογαλικά, mulher στα ελληνικά
γυναίκα στα πορτογαλικά