διάμετρος στα αγγλικά διάμετρος στα τσεχική διάμετρος στα γερμανικά διάμετρος στα δανική διάμετρος στα ισπανικά διάμετρος στα γαλλικά διάμετρος στα ιταλικά διάμετρος στα νορβηγικά διάμετρος στα ρωσικά διάμετρος στα σουηδικά διάμετρος στα αλβανικά διάμετρος στα λευκορωσίας διάμετρος στα εσθονική διάμετρος στα φινλανδικά διάμετρος στα ουγγρική διάμετρος στα λιθουανική διάμετρος στα σλοβακική διάμετρος στα ουκρανικά διάμετρος στα πολωνική
σημαίνω στα τσεχική κλίση στα νορβηγικά γεγονός στα αγγλικά ενήλικος στα φινλανδικά καθυστέρηση στα τσεχική