lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάσταση στα πορτογαλικά

Λέξη:
διάσταση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
ampliado, amplidão, amplitude, calibre, dimensão, extensão, grandeza, medida, medição, tamanho
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά διάσταση, διάσταση συνώνυμο, διάσταση συνώνυμα, διάσταση συζύγων, διάσταση ηβικής σύμφυσης, διάσταση β5, διάσταση στα πορτογαλικά, ampliado στα ελληνικά
διάσταση στα πορτογαλικά