lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διπλός στα πορτογαλικά

Λέξη:
διπλός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
doble, dobro, dúplice, duplo, dual
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά διπλός, διπλός φόρος σε μισθωτούς με ακίνητα, διπλός φορτιστής usb dc-20 της nokia, διπλός τόνος, διπλός τονισμός λέξης, διπλός τονισμός, διπλός στα πορτογαλικά, doble στα ελληνικά
διπλός στα πορτογαλικά