lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενδυμασία στα πορτογαλικά

Λέξη:
ενδυμασία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (9):
costume, fato, traje, veste, vestido, fano, vestuário, rompa, roupa
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ενδυμασία, ενδυμασία τσιγγάνων, ενδυμασία συνώνυμα, ενδυμασία μόδα, ενδυμασία βυζαντινών, ενδυμασία αρχαίων ελλήνων, ενδυμασία στα πορτογαλικά, costume στα ελληνικά
ενδυμασία στα πορτογαλικά