lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εραστής στα πορτογαλικά

Λέξη:
εραστής (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
amado, amante, amigo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά εραστής, εραστής χωρίς γυναίκα, εραστής σε τιμή ευκαιρίας, εραστής ονειροκρίτης, εραστής δυτικών προαστίων επεισόδιο 8, εραστής δυτικών προαστίων επεισόδιο 31, εραστής στα πορτογαλικά, amado στα ελληνικά
εραστής στα πορτογαλικά