lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευχάριστος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ευχάριστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (24):
afável, agradasse, agradável, amarele, ameno, amável, aprazível, bondoso, bonito, brando, caro, cativante, cuco, doce, fascinante, gentil, gracioso, grato, lindo, meigo, mono, querido, simpático, suave
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ευχάριστος, ευχάριστος συνωνυμο, ευχάριστος συνωνυμα, ευχάριστος ετυμολογια, ευχάριστος αγγλικα, ευχάριστος στα πορτογαλικά, afável στα ελληνικά
ευχάριστος στα πορτογαλικά