lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρφί στα πορτογαλικά

Λέξη:
καρφί (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
cravo, prego, unha, una, calvo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά καρφί, καρφί(σαν κάτι να σε καίει) - σωκράτης μάλαμας, καρφί ψωρίαση, καρφί του σαββατοκύριακου, καρφί του πωγωνίου, καρφί στα αρχαία, καρφί στα πορτογαλικά, cravo στα ελληνικά
καρφί στα πορτογαλικά