lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κουζίνα στα πορτογαλικά

Λέξη:
κουζίνα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (19):
abrasar, assar, azar, cinco, colina, cozinha, escocês, estufa, fogos, fogão, forjo, fornalha, forno, lareira, picar, rogar, tornear, torrar, tostar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κουζίνα, κουζίνα υγραερίου, κουζίνα της μαμάς, κουζίνα ονειροκρίτης, κουζίνα ικεα, κουζίνα εστιατόριο, κουζίνα στα πορτογαλικά, abrasar στα ελληνικά
κουζίνα στα πορτογαλικά