lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρύβομαι στα πορτογαλικά

Λέξη:
κρύβομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
acobertar, camuflar, cobrir, encobrir, esconder, esconderes, ocultar, preservar, recatar, refugiar, sepultar, silenciar, tapar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κρύβομαι, κρύβομαι συνώνυμο, κρύβομαι στο όνειρο, κρύβομαι στο αντίο στίχοι, κρύβομαι στο αντίο, κρύβομαι ονειροκρίτης, κρύβομαι στα πορτογαλικά, acobertar στα ελληνικά
κρύβομαι στα πορτογαλικά