lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρύβω στα πορτογαλικά

Λέξη:
κρύβω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (14):
acobertar, camuflar, cobrir, embolar, encobrir, esconder, esconderes, ocultar, preservar, recatar, refugiar, sepultar, silenciar, tapar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κρύβω, κρύβω τον πόνο, κρύβω συνώνυμα, κρύβω στα ισπανικά, κρύβω ονειροκρίτης, κρύβω στα πορτογαλικά, acobertar στα ελληνικά
κρύβω στα πορτογαλικά