lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λαμβάνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
λαμβάνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (18):
aceitar, acolher, admitir, adoptar, agarrar, captar, concordar, conjecturar, conseguir, lograr, obter, receber, recobrir, sacar, supor, tirar, tomar, topar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά λαμβάνω, λαμβανω υποψη συνώνυμο, λαμβάνω χώρα συνώνυμα, λαμβάνω χώρα, λαμβάνω υπόψη συνώνυμα, λαμβάνω υπόψη, λαμβάνω στα πορτογαλικά, aceitar στα ελληνικά
λαμβάνω στα πορτογαλικά