lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μιμούμαι στα πορτογαλικά

Λέξη:
μιμούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (12):
abalar, afectar, aparentar, contrafazer, copiar, dissimular, fingir, imitar, ir, ocultar, simular, transcrever
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μιμούμαι, μιμούμαι συνώνυμο, μιμούμαι συνώνυμα, μιμούμαι προστακτική, μιμούμαι κλίση, μιμούμαι στα πορτογαλικά, abalar στα ελληνικά
μιμούμαι στα πορτογαλικά