lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ολόκληρος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ολόκληρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (16):
absoluto, aprimorado, atestado, cabal, completamente, completo, global, inteiro, perfeito, pleno, plenário, pletórico, torneado, total, totalitário, íntegro
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ολόκληρος, ολόκληροσ ο σαίξπηρ σε μια ώρα, ολόκληρος συνώνυμα, ολόκληρος στα αγγλικά, ολόκληρος ο ύμνος εις την ελευθερίαν, ολόκληρος ο σαίξπηρ σε μια ώρα κύπρου, ολόκληρος στα πορτογαλικά, absoluto στα ελληνικά
ολόκληρος στα πορτογαλικά