lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσποιούμαι στα πορτογαλικά

Λέξη:
προσποιούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
abalar, afectar, aparentar, copiar, dissimular, fingir, imitar, ir, ocultar, simular
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά προσποιούμαι, προσποιούμαι συνώνυμο, προσποιούμαι συνώνυμα, προσποιούμαι στα αγγλικά, προσποιούμαι παρατατικος, προσποιούμαι κλιση, προσποιούμαι στα πορτογαλικά, abalar στα ελληνικά
προσποιούμαι στα πορτογαλικά