lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ρεύμα στα πορτογαλικά

Λέξη:
ρεύμα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
corrente, fluxo, vulgar, transverso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ρεύμα, ρεύμα χωρίς δεη, ρεύμα του κόλπου, ρεύμα στα αγγλικά, ρεύμα πολιτών εορδαίας, ρεύμα νυχτερινό, ρεύμα στα πορτογαλικά, corrente στα ελληνικά
ρεύμα στα πορτογαλικά