lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ροπή στα πορτογαλικά

Λέξη:
ροπή (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (21):
administrais, administração, curso, declive, directo, direcção, dispositiva, disposição, encesta, encosta, gerência, gestão, giro, inclinação, ladeira, prolixidade, propendias, rampa, sentido, tendência, vertente
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ροπή, ροπη αυτοκινήτου, ροπή συνώνυμο, ροπή κάμψης, ροπή δύναμης ppt, ροπή δύναμης, ροπή στα πορτογαλικά, administrais στα ελληνικά
ροπή στα πορτογαλικά