σακάκι στα αγγλικά σακάκι στα τσεχική σακάκι στα γερμανικά σακάκι στα δανική σακάκι στα ισπανικά σακάκι στα γαλλικά σακάκι στα ιταλικά σακάκι στα νορβηγικά σακάκι στα ρωσικά σακάκι στα σουηδικά σακάκι στα λευκορωσίας σακάκι στα εσθονική σακάκι στα φινλανδικά σακάκι στα ουγγρική σακάκι στα ρουμανική σακάκι στα σλοβακική σακάκι στα ουκρανικά σακάκι στα πολωνική σακάκι στα λιθουανική σακάκι στα αλβανικά σακάκι στα κροατικά σακάκι στα σλοβενική
άδεια στα τσεχική γενικός στα εσθονική νόμος στα ουκρανικά θηλάζω στα ουκρανικά ακτίνιο στα ισπανικά
άδεια μητρότητας νόμος συνημιτόνων γενικός γραμματέας καταναλωτή ακτίνιο rad