lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σακάκι στα πορτογαλικά

Λέξη:
σακάκι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (20):
abrigo, americana, armada, baqueta, blusa, capa, capote, casaca, casaco, casacão, chaguenta, jaqueta, manto, marina, marinha, saco, sobrepusera, sobretudo, túnica, veste
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σακάκι, σακάκι στα αγγλικά, σακάκι σανέλ, σακάκι ονειροκρίτης, σακάκι οικονόμου, σακάκι μπλέιζερ γυναικειο, σακάκι στα πορτογαλικά, abrigo στα ελληνικά
σακάκι στα πορτογαλικά