lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σποραδικός στα πορτογαλικά

Λέξη:
σποραδικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (7):
circunstancial, ocasional, casual, contingente, eventual, fortuito, incidental
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σποραδικός, σποραδικός συνώνυμο, σποραδικός λεξικο, σποραδικός καρκίνος, σποραδικός αγγλικά, σποραδικός στα πορτογαλικά, circunstancial στα ελληνικά
σποραδικός στα πορτογαλικά