lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συμβουλεύω στα πορτογαλικά

Λέξη:
συμβουλεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (15):
aconselhar, comité, concilio, congelo, conselheiro, conselho, consulta, consultar, dissuasiva, incutir, lembrar, persuadir, recomendar, recomendariam, sugerir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συμβουλεύω, συμβουλεύω χρονικη αντικατασταση, συμβουλεύω στα αγγλικα, συμβουλεύω παρακείμενος αρχαία, συμβουλεύω μεταφραση, συμβουλεύω αρχαία ελληνικά, συμβουλεύω στα πορτογαλικά, aconselhar στα ελληνικά
συμβουλεύω στα πορτογαλικά