lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπολογίζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
υπολογίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
ajuizar, apreciar, avaliar, calcular, computar, contar, estimar, numerar, ornear, orçar, taxar, valorar, valorizar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά υπολογίζω, υπολογίζω τις γόνιμες μέρες, υπολογίζω τα ρέστα β δημοτικού, υπολογίζω τα ρέστα, υπολογίζω συνώνυμα, υπολογίζω περιμέτρους και εμβαδά, υπολογίζω στα πορτογαλικά, ajuizar στα ελληνικά
υπολογίζω στα πορτογαλικά