lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: πυγμάχος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
boxer, bulldog, prize-fighter, pugilist, puncher
πυγμάχος
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
boxer, faustkämpfer
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bokser
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
boxeador, bóxer
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
boxer, boxeur, pugiliste
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pugile
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bokser
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
боксер, боксёр
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
boxare
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
poksija
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nyrkkeilijä
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bokser
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ökölvívó
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bocejador
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
boxer
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
боксер
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
bokser, pięściarz

Σχετικές λέξεις

πυγμάχος ρώσος 2 13 ύψος φτάνει στην κριμαία, πυγμάχος γιώργος βεντούρας, πυγμάχος κλεομήδης, πυγμάχος καζούλης, πυγμάχοσ τάσοσ μπερδέσησ, ο πυγμάχος, γάτα πυγμάχος