lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ράβω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
seam, sew, staple, stitch
ράβω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
našít, přišít, sešít, sešívat, šít
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nähen, steppen, zusammennähen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
hefte, summa, sy
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
coser
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
coudre, rentraire, suturer
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cucire
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hefte, sy, sømma
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
стачивать, сшивать, шить
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sy, sömma
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
qep
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
шиць
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ommella
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
šiti
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
varrni
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
coser, costurar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шити
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
stebnować, szyć, zszywać

Σχετικές λέξεις

ράβω πλέκω 7 μέρες tv, ράβω τα ρούχα μου, ράβω οικογένεια λέξεων, ράβω φούστα, ράβω πλέκω, ράβω φόρεμα, ράβω μόνη μου, ράβω νυφικό, ράβω μπλούζα, ράβω ρούχα