μοναχός στα αγγλικά μοναχός στα τσεχική μοναχός στα γερμανικά μοναχός στα δανική μοναχός στα ισπανικά μοναχός στα γαλλικά μοναχός στα ιταλικά μοναχός στα νορβηγικά μοναχός στα ρωσικά μοναχός στα σουηδικά μοναχός στα αλβανικά μοναχός στα λευκορωσίας μοναχός στα εσθονική μοναχός στα φινλανδικά μοναχός στα κροατικά μοναχός στα ουγγρική μοναχός στα λιθουανική μοναχός στα πορτογαλικά μοναχός στα σλοβενική μοναχός στα ουκρανικά μοναχός στα πολωνική μοναχός στα βουλγαρικά μοναχός στα σλοβακική
εξουσία στα νορβηγικά τραβώ στα γαλλικά άνθος στα λιθουανική ακονίζω στα φινλανδικά φυλή στα σουηδικά
πως ακονίζω φυλή ορισμός τραβώ συνώνυμα εξουσία συνώνυμο άνθος του γιαλού