lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρόσβαση στα ρουμανική

Λέξη:
πρόσβαση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρουμανική
Μεταφράσεις (2):
acces, atac
Σχετικές λέξεις:
ρουμανική πρόσβαση, πρόσβαση φροντιστήριο, πρόσβαση συνώνυμο, πρόσβαση στο πεδίο έρευνας, πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα, πρόσβαση στα ρουμανική, acces στα ελληνικά
πρόσβαση στα ρουμανική