lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγανάκτηση στα ρωσικά

Λέξη:
αγανάκτηση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (14):
бешенство, гнев, горе, зли, злоба, злопамятность, злость, обида, озлобление, печаль, сердитость, скорбь, сожаление, ярость
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά αγανάκτηση, δικαιολογημένη αγανάκτηση, αγανάκτηση φίλιπ ροθ, αγανάκτηση συνώνυμα, αγανάκτηση σουβλάκι, αγανάκτηση λεξικο, αγανάκτηση στα ρωσικά, бешенство στα ελληνικά
αγανάκτηση στα ρωσικά