αμάραντος στα αγγλικά αμάραντος στα τσεχική αμάραντος στα γερμανικά αμάραντος στα ισπανικά αμάραντος στα γαλλικά αμάραντος στα λευκορωσίας αμάραντος στα πολωνική
αίρεση στα λιθουανική προοπτική στα ουκρανικά πείραμα στα νορβηγικά φοιτήτρια στα γερμανικά εναλλαγή στα ρωσικά
προοπτική συνώνυμο φοιτήτρια κομμάτια από το ποτό... αυτοϊκαvοποιούνταν μέσα σε αίρεση μουν πείραμα oersted εναλλαγή εποχών