lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γράσο στα ρωσικά

Λέξη:
γράσο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (7):
мазь, муж, приправа, смалец, смазка, тавот, жирный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά γράσο, γράσο χαλκού, γράσο υψηλών θερμοκρασιών, γράσο τιμή, γράσο στα ρούχα, γράσο σιλικόνης, γράσο στα ρωσικά, мазь στα ελληνικά
γράσο στα ρωσικά