lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διεγείρω στα ρωσικά

Λέξη:
διεγείρω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (13):
будить, взбудораживать, взбудоражить, взвинтить, возбудить, возбуждать, вызывать, конфузить, побуждать, пробудить, пробуждать, разбудить, стимулировать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά διεγείρω, διεγείρω συνώνυμα, διεγείρω μετάφραση, διεγείρω λεξικο, διεγείρω ετυμολογια, διεγείρω βικιλεξικο, διεγείρω στα ρωσικά, будить στα ελληνικά
διεγείρω στα ρωσικά