lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζεματίζω στα ρωσικά

Λέξη:
ζεματίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (13):
выпаривать, гореть, жечь, обварить, обжечь, обжигать, ожечь, ошпаривать, ошпарить, парить, случать, случить, шпарить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ζεματίζω, ζεματίζω στα ρωσικά, выпаривать στα ελληνικά
ζεματίζω στα ρωσικά