lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρύβομαι στα ρωσικά

Λέξη:
κρύβομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (14):
закрывать, запрятать, заслонять, погребать, припрятать, прятать, скрывать, скрыть, спрятать, схоронить, таить, укрывать, утаивать, хоронить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά κρύβομαι, κρύβομαι συνώνυμο, κρύβομαι στο όνειρο, κρύβομαι στο αντίο στίχοι, κρύβομαι στο αντίο, κρύβομαι ονειροκρίτης, κρύβομαι στα ρωσικά, закрывать στα ελληνικά
κρύβομαι στα ρωσικά