lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σαν

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
after, as, failover, how, insomuch, like, once, qua, such, than, what, when, while, yak
σαν
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
až, co, jak, jako, jakže, kdy, když, než, nežli, protože, za
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ais, als, da, geeignet, insofern, nachdem, wann, was, wenn, wie
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
da, dels, end, hvad, hvor, hvordan, hvorledes, idet, ja, mens, når, som, stund, så som, yakokse
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
así, como, cual, cuando, cómo, que, qué, si, tan
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
comme, comment, lorsque, pour, quand, que, yak
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
allorché, che, come, da, di, quale, quando, siccome, simile
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
da, dels, enn, ettersom, hva, hvor, hvordan, hvorledes, idet, jak, liksom, mens, når, som, stund, så som
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
если, как, какой, когда, як
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dels, eftersom, hur, idet, ifall, jak, liksom, medan, når, som, stund, såsom
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kur, sa, si
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
как, кога, як
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
калi, калі, як
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
nagu
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jollainen, kuin, kuinka, kun, kuten, mitä
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dok, kad, kakav, kako
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ahogy, bárhogy, gyanánt, mint
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
jakas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
como, dual, qual, que, si
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
asemenea, ca, ce, cum
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
jak, kaj, kakor, kdaj, ko, kot
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
будь-коли, коли, як
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
gdy, jak, jako

Σχετικές λέξεις

σαν σημερα, σαν ερθει η μερα, σαν με κοιτας, σαν ρεφραιν, σαν σταρ του σινεμα, σαν μαχαιρι, σαν αντρεασ, σαν μαρινο, σαν παραμυθι, σαν ναυαγοι