lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σκαμνί

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
stool
σκαμνί
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
sedačka, stolice, stolička
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hocker, schemel, stuhl
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
afføring, ekskrementer, krakke, palle, skammel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
banqueta, escabel, taburete
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chauffeuse, escabeau, pouf, selle, tabouret
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sgabello
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
krakk, pall, taburett
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
табурет, табуретка
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krank, pall, taburett
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
stol
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
табурэт, табурэтка
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
taburet
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jakkara, palli
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
sámli
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
taburetė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
banqueta
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
stolička
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стілець, табурет, табуретка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
stołek, taboret

Σχετικές λέξεις

σκαμνί άρμεγμα, αργυρό σκαμνί