lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακατάστατος στα σουηδικά

Λέξη:
ακατάστατος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
oordentlig, rörig, skräpig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ακατάστατος, ακατάστατος στα σουηδικά, oordentlig στα ελληνικά
ακατάστατος στα σουηδικά