lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βούρτσα στα σουηδικά

Λέξη:
βούρτσα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
kost, pensel, hårborste
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά βούρτσα, βούρτσα σώματος, βούρτσα ξυρίσματος, βούρτσα με φυσική τρίχα, βούρτσα μαλλιών θερμού αέρα perfect, βούρτσα μαλλιών, βούρτσα στα σουηδικά, kost στα ελληνικά
βούρτσα στα σουηδικά