lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πορτοκάλι στα σουηδικά

Λέξη:
πορτοκάλι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
apelsin, orange
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά πορτοκάλι, πορτοκάλι στο πρόσωπο, πορτοκάλι πούλπα, πορτοκάλι μαρμελάδα, πορτοκάλι ιδιότητες, πορτοκάλι θρεπτικά συστατικά, πορτοκάλι στα σουηδικά, apelsin στα ελληνικά
πορτοκάλι στα σουηδικά