lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσεκτικός στα σουηδικά

Λέξη:
προσεκτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (11):
aktsam, betänksam, försiktig, förtänksam, nykter, observant, påpasslig, uppmärksam, var, varlig, varsam
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά προσεκτικός, προσεκτικόσ διαπραγματευτήσ, προσεκτικός συνώνυμο, προσεκτικός συνώνυμα, προσεκτικός στα αγγλικά, προσεκτικός στα σουηδικά, aktsam στα ελληνικά
προσεκτικός στα σουηδικά