lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: συγκεκριμένος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
businesslike, concrete, concreteness, fact, nitty-gritty, particular, real, solid, specific, substantial
συγκεκριμένος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
konkrétní
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
konkret
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
konkret
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
concreto, definido
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
concret
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
concreto
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
konkret
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
конкретен, конкретный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
konkret
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
канкрэтны
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
konkreettinen
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
concreto
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
конкретний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
konkret, konkretny

Σχετικές λέξεις

συγκεκριμένος στα αγγλικά, συγκεκριμένος συνώνυμα, συγκεκριμένος αγγλικα, συγκεκριμένος μετάφραση, συγκεκριμένος ετυμολογια, συγκεκριμένος βικιλεξικο