lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: συνδετήρας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
brace, bracket, buckle, clamp, clasp, clip, cramp, fastener, fastening, gusset, ouch, paper-fastener, staple
συνδετήρας
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
drátek, hmoždinka, klips, poutko, přezka, příchytka, skoba, spona, sponka, svorka, závorka
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
büroklammer, heftklammer, klammer, krampe, spange
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
hasp, klamme, klemme, klips
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
broche, clip, corchete, grapa, hebilla, paréntesis
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
accrocheur, agrafe, attache, boucle, clip, crampon, happe, parenthèse
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fermaglio, fibbia, staffa
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hasp, klamme, klemme, klips, spenne, sølja
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
прищепка, пряжка
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hasp, spänne, sölja
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
спражка
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hakanen, pidike, solki
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
csat, gémkapocs, kapocs, konzol, kézszorítás
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
broche, grampo, habilita, parêntese, parêntesis
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
sponka
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
klip
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ой, пряжка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
klamra, spinacz

Σχετικές λέξεις

συνδετήρας english, συνδετήρας καλωδίων, συνδετήρας μυτιλήνη, συνδετήρας στα αγγλικά, συνδετήρας word, σχέδιο συνδετήρας, ομάδα συνδετήρασ, κόκκινος συνδετήρας