lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγρόκτημα στα τσεχική

Λέξη:
αγρόκτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (11):
domácnost, dvorec, dvůr, dům, farma, hospodářství, ohrada, rodina, statek, usedlost, záhumenek
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αγρόκτημα, αγρόκτημα τιθορέα, αγρόκτημα οφιτεία, αγρόκτημα μελεαγρίς, αγρόκτημα λεωνίδιο, αγρόκτημα κόκκινος ακρίτας κιλκίς, αγρόκτημα στα τσεχική, domácnost στα ελληνικά
αγρόκτημα στα τσεχική